ΗΑRD ROCK - HEAVY METAL & SOUTHERN ROCK

ΗΑRD ROCK - HEAVY METAL & SOUTHERN ROCK
Πρέπει να ξέρετε ότι τα πραγματικά γνήσια καλά συγκροτήματα δεν ήταν λίγα, φαίνονται όμως λίγα μπροστά στις λεγεώνες των άχρηστων, καταστροφικών για την μουσική συγκροτημάτων. Υπήρχαν και θα υπάρχουν συγκροτήματα που φτιάχνουν προσωπικότητες αλλά και άλλα που τις χαλάνε, σκοπός μου θα είναι η θύμηση και η αναφορά φυσικά μόνο των πρώτων. Πάντως, θα ήθελα από εσάς να μην εκτιμήσετε την όποια δική μου προσφορά εδώ, αλλά μόνον την τεράστια προσφορά των συγκροτημάτων που παρουσιάζονται σε τούτο εδώ το blog. Μην ψάχνετε για συγκροτηματάκια της σειράς που ιδρώνουν, ή αγκομαχούν για να ακουστούν, μην ψάχνετε για τυποποιημένα μουσικά σχήματα. Δυστυχώς βγαίνουν-υπάρχουν πάρα πολλά σχήματα, που δεν λένε μουσικά, απολύτως τίποτα και τ' ανεχόμαστε μόνο και μόνο επειδή απλά υπάρχουν… Να λατρεύετε κ' να αγαπάτε το βαρύ σκληρό ήχο των 70’s και των 80’s, το τέλειο στο HΑRD ROCK, το απολύτως γνήσιο στο HEAVY METAL και τον ανόθευτο κλασικό ήχο στο SOUTHERΝ ROCK...

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2024

 

PAUL   DiANNO

 

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ PAUL DiANNO

(17-Μαϊου-1958 ~ 21-Οκτωβρίου-2024)

 

 

Σίγησε η φωνή των δύο πρώτων δίσκων των Iron Maiden. Τα δύο πρώτα albums του group με τον Paul DiAnno, στα φωνητικά θεωρούνται κλασσικά.

Ο Paul Andrews, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 17 Μαΐου του 1958, στο ανατολικό Λονδίνο και πέρασε τα εφηβικά του χρόνια τραγουδώντας σε διάφορα μικρά τοπικά συγκροτήματα, ενώ, εργάστηκε κατά διαστήματα ως κρεοπώλης και ως chef σε ξενοδοχεία και εστιατόρια. Ο χαρισματικός τραγουδιστής γνωρίστηκε με τον μπασίστα και ηγέτη των Maiden, Steve Harris μέσω κοινού γνωστού και κάπου τότε ήταν, που υιοθέτησε το ψευδώνυμο Paul DiAnno. Τον Απρίλιο του 1980 κυκλοφόρησε το ντεμπούτο album των Iron Maiden με μεγάλη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Περιλαμβάνει τραγούδια ύμνους του βρετανικού συγκροτήματος που συχνά παίζουν στις συναυλίες τους ακόμα και σήμερα, όπως τα… “Running Free”, “Phantom Of The Opera”, “Charlotte The Harlot” και “Iron Maiden”. Το LP ηχογραφήθηκε σε μόλις 13 ημέρες και παρόλο που το ίδιο το συγκρότημα έχει δηλώσει ότι δεν έμεινε ικανοποιημένο με την παραγωγή του, οι θαυμαστές το έχουν αναγάγει σε κλασσικό, λόγω της ωμότητας του ήχου του. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε ο δεύτερος δίσκος, με τίτλο “Killers” και τον Paul στα φωνητικά που σε τραγούδια σαν τα… “Wrathchild”, “Murders In The Rue Morgue” και “Prodigal Son”, έδειξε τις ικανότητες που είχε. Όμως τον Σεπτέμβριο του 1981 το συγκρότημα αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει άλλο, με τον ατίθασο χαρακτήρα του τραγουδιστή, που συνεχώς καυγάδιζε και προκαλούσε προβλήματα. Έτσι ο Harris και ο manager των Maiden, του ανακοίνωσαν ότι σταματά η συνεργασία τους, μόλις λίγο πριν αναλάβει τη θέση του, ο Bruce Dickinson. Δεν τους κατηγορώ, το group ήταν το πνευματικό παιδί του Harris, απλά ο Paul δεν μπορούσε να συνεχίσει, δεν μπορούσε να δώσει το 100% της απόδοσης του, κάτι που ήταν άδικο για το συγκρότημα, τους οπαδούς, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό. Μπορεί, ο Paul DiAnno να ήταν ο τραγουδιστής με τον οποίο οι Iron Maiden, ηχογράφησαν τους πρώτους δύο δίσκους τους, ωστόσο η σχέση του εκλιπόντος τραγουδιστή με το συγκρότημα και ειδικά με τον αρχηγό Steve Harris, για πολλά χρόνια ήταν κάκιστη. Από τότε που ο DiAnno, εκδιώχτηκε από τους Maiden, για να τον αντικαταστήσει ο Dickinson, δημιουργήθηκε ένα μεγάλο χάσμα στη σχέση του με το συγκρότημα. Ο DiAnno, δεν έκρυψε ποτέ την πίκρα του για τον τρόπο που έφυγε από το συγκρότημα, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε, οι Maiden ήταν εκείνοι που τον έδιωξαν για λόγους που είχαν να κάνουν με το όραμα του Harris για το group. Ωστόσο, ο εκλιπών τραγουδιστής διατεινόταν πως ήταν δική του απόφαση να αποχωρήσει, λόγω του ότι δεν είχε την ελευθερία που ήθελε μέσα στο συγκρότημα… Πάντως, όταν ο DiAnno αντιμετώπισε τα σοβαρά θέματα υγείας, οι Maiden στάθηκαν στο πλευρό του και του πρόσφεραν κάποια σημαντικά χρήματα για να κάνει τις εγχειρήσεις του, το 2021. Μάλιστα, οι σχέσεις του με τον Harris, φαίνεται να εξομαλύνθηκαν σημαντικά το τελευταίο χρονικό διάστημα πριν τον θάνατο του τραγουδιστή, αφού αντάλλασσαν μηνύματα για τη μεγάλη τους κοινή αγάπη, όχι το Μetal ή το συγκρότημα, αλλά τη West Ham.

Από εκεί και μετά ο Paul δοκίμασε την τύχη του με διάφορα σχήματα και κυκλοφόρησε μια σειρά από δίσκους, κυρίως εκμεταλλευόμενος την αγάπη των θαυμαστών για τους δύο πρώτους δίσκους των Iron Maiden. Τα δύο LP που έκανε μαζί τους, ήταν πολύ σημαντικά για το είδος, αργότερα συγκροτήματα όπως οι Metallica, είπαν πόσο τους επηρέασαν αυτοί οι δύο δίσκοι. Μπορεί ο καλύτερος τραγουδιστής των Maiden να είναι ο Dickinson, από κάποιους όμως ο πιο αγαπημένος είναι ο Di’Anno. Για πολλούς, ο Di’Anno δεν ήταν απλώς ένας τραγουδιστής, ήταν μια ακατέργαστη δύναμη. Η ενέργεια και η επαναστατική του φωνή συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση των πρώτων χρόνων του group. Υπάρχουν άνθρωποι που υποστηρίζουν ότι οι Iron Maiden ήταν καλύτεροι με τον Paul στα φωνητικά (δικαίωμα τους), πράγμα που δείχνει αδικαιολόγητο φανατισμό και έλλειψη αντικειμενικότητας. Είναι σα να λέμε δηλαδή, ότι οι Deep Purple ήταν καλύτεροι με τραγουδιστή τον Rod Evans παρά, με τον Ian Gillan. Οι Maiden με τον Dickinson στη θέση του frontman και την συνθετική δεινότητα του Steve Harris, έγιναν το μεγαλύτερο Ηeavy Μetal συγκρότημα στον κόσμο, γνώρισαν τεράστια επιτυχία κι εξακολουθούν ακόμη και τώρα, δεκαετίες αργότερα, να είναι ένα από τα πιο αγαπημένα σχήματα. Κατι που δεν μπορούσαν να το καταφέρουν, δυστυχώς, με το Paul πίσω από το μικρόφωνο.

Μετά την αποχώρησή του από τους Iron Maiden, ο Di’Anno ακολούθησε μια μακρά και γεμάτη περιπέτειες καριέρα. Άρχισε να ηχογραφεί με συγκροτήματα όπως οι Battlezone και Killers, ενώ, παράλληλα κυκλοφόρησε πολλά solo albums. Παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που τον οδήγησαν να παίζει σε καροτσάκι τα τελευταία χρόνια, ο Paul δεν σταμάτησε να εμφανίζεται στη σκηνή. Ο θάνατος του Paul Di’Anno σηματοδοτεί το τέλος μιας εμβληματικής πορείας στη Metal σκηνή. Θα τον θυμόμαστε όμως, αφού αφήνει πίσω του έναν μύθο που θα συνεχίσει να ζει μέσα από τα τραγούδια του group. Ως τραγουδιστής των Maiden, έβαλε κι αυτός το λιθαράκι του στο Βρετανικό Heavy Metal, από τότε που ξεκίνησε να τραγουδάει μαζί τους, στα 1978 μέχρι και το 1981. Ήταν μια συμπαθέστατη persona που έλαβε μεγάλη αγάπη από το Metal κοινό και έβαλε κι εκείνος το λιθαράκι του στην μεγάλη επιτυχία των Maiden. Η συμβολή του group στην πρωτοφανή, εκτόξευση του New Wave Of British Heavy Metal (NWOBHM), στο λυκαυγές των 80’s δεν χρειάζεται επιβεβαίωση από κανέναν. Ο Paul, δεν έμοιαζε σχεδόν σε τίποτα με τα υπόλοιπα μέλη των Maiden, ούτε μακριά μαλλιά είχε, ούτε το Μetal στυλ τους, έβγαζε όμως μια τρομακτική ενέργεια στη σκηνή και η φωνή του παρότι δεν είχε κλασική Μetal χροιά, είχε μια ιδιαίτερη τραχύτητα και νεύρο, με το group να μαγνητίζει όλο και περισσότερο κόσμο στις συναυλίες. Κάπου εκεί στα 1979 άρχισαν τα προβλήματα, ο Paul άρχισε να βυθίζεται στους «δαίμονες» του, ένα προσωπικό χάος με αλκοόλ και ναρκωτικά, καβγάδες, τραυματισμούς, διαβλέποντας παράλληλα ότι ο Harris και ο manager τους, επιχειρούσαν να στρίψουν το group προς άλλες κατευθύνσεις, με τις οποίες ο τραγουδιστής διαφωνούσε. Ο τραγουδιστής μπορεί να αποχωρίστηκε τους Maiden, όχι όμως και το αλκοόλ με τα ναρκωτικά. Όντως, οι Maiden, μετά τη φυγή του, έδειξαν με σαφήνεια πλέον την αλλαγή μουσικής κατεύθυνσης με το “The Number Of The Beast” (1982), κάτι που ολοκληρώθηκε στο “Piece Of Mind” (1983), όταν το group, ουσιαστικά, βρίσκει τον ήχο και το ύφος που θα διατηρήσει μέχρι τις μέρες μας… Μέχρι τις μέρες μας, δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν τα δύο πρώτα albums των Ιron Maiden με τον Paul, ως τα αγαπημένα τους. Ίσως η αίσθηση ελευθερίας που αναδύεται από αυτά, ο πιο punky ήχος, το πιο «χύμα» ύφος του DiAnno, να απεικονίζουν μιαν άλλη εποχή που χάθηκε κάτω από τα «καλούπια» στα οποία κλήθηκε να μπει το Heavy Metal προτού δεχθεί, μοιραία, το σοκ από το Grunge στα τέλη των 80’s και στις αρχές των 90’s. Αλλά όλα αυτά είναι μια άλλη ιστορία… 

Φυσικά, οι Maiden δεν γινόταν να μην αποχαιρετήσουν τον Paul που πηγαίνει σε έναν… «Strange World», όπως είναι ένα από τα πιο γνωστά τους τραγούδια με εκείνον στα φωνητικά. Το μήνυμα γράφει… «Όλοι μας λυπηθήκαμε βαθύτατα όταν μάθαμε για τον θάνατο του Paul DiAnno, νωρίτερα σήμερα. Η συμβολή του στους Iron Maiden ήταν τεράστια και μας βοήθησε να ξεκινήσουμε το δρόμο που ταξιδεύουμε ως συγκρότημα για σχεδόν πέντε δεκαετίες. Η πρωτοποριακή παρουσία του ως frontman και τραγουδιστής, τόσο επί σκηνής όσο και στα δύο πρώτα μας album, θα μείνει με πολλή αγάπη στη μνήμη όχι μόνο σε εμάς, αλλά και στους οπαδούς σε όλο τον κόσμο. Ήμασταν πολύ ευγνώμονες που είχαμε την ευκαιρία να τα πούμε πριν από μερικά χρόνια και να περάσουμε χρόνο μαζί του για άλλη μια φορά. Εκ μέρους του group, του Rod και του Andy και όλης της ομάδας των Iron Maiden, εκφράζουμε τα βαθύτατα συλλυπητήρια μας στην οικογένεια και τους στενούς φίλους του Paul. Αναπαύσου εν ειρήνη Paul». Ενώ, ο Steve Harris δήλωσε… «Είναι τόσο λυπηρό που έφυγε, ήρθα σε επαφή μαζί του μόλις πρόσφατα, καθώς στέλναμε μηνύματα ο ένας στον άλλον για τη West Ham και τα σκαμπανεβάσματα της. Τουλάχιστον εξακολουθούσε να δίνει συναυλίες μέχρι πρόσφατα, ήταν κάτι που τον κρατούσε σε εγρήγορση, να είναι εκεί έξω όποτε μπορούσε. Θα λείψει σε όλους μας. Αναπαύσου εν ειρήνη φίλε»...


 

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

 


Οι Van Halen, ήταν οι Led Zeppelin της γενιάς μου… το πιο σημαντικό, επιδραστικό και καλύτερο Hard Rock συγκρότημα, της εποχής τους. Αποτελούν το αρχέτυπο σχεδόν κάθε group, λοιπόν, ένας μελαχρινός μάγος της κιθάρας, ένας χαρισματικός ξανθός frontman, ένας τερατώδης drummer κι ένας μπασίστας του οποίου τα δεύτερα φωνητικά ήταν αναπόσπαστα μέρη, στον ήχο τους. Στην εποχή τους στα 80’s, δεν υπήρχε καλύτερο Hard Rock συγκρότημα στον πλανήτη. Το σχήμα δημιούργησε μια νέα γένια Heavy Metal οπαδών και κυριάρχησαν στην δεκαετία του 1980. Στην δεύτερη φάση της καριέρας τους, αφού ο Roth έφυγε και αντικαταστάθηκε από τον “Red Rocker”… Sammy Hagar, είχε έναν διαφορετικό πιο μελωδικό αλλά πιο νευρώδες κιθαριστικό, Hard Rock ήχο. Αλλά, συνέχισαν τη πορεία τους από καλούς έως υπέροχους δίσκους… δεν φαινόταν πραγματικά σαν “Van” Halen, αλλά ήταν ακόμη ένα υπέροχο συγκρότημα. Στην τρίτη φάση, συνέχισαν με τον Gary Cherone, αλλά, δεν ήταν όμως όπως τα χρόνια του “Diamond Dave” ή και του “Red Rocker”. Ο Gary είναι ένας καλός τραγουδιστής, απλά, δεν λειτούργησε όπως θα έπρεπε… μαζί τους. Τα αδέρφια Alex Van Halen και Eddie Van Halen γεννήθηκαν στην Ολλανδία, αλλά μετανάστευσαν στις ΗΠΑ, όπου η οικογένεια τους εγκαταστάθηκε στην Pasadena (California). Αρχικά, ο Alex πήρε στα χέρια του την κιθάρα και ο Eddie τα drums, αλλά σύντομα ανακάλυψαν, ότι διέπρεπαν ο ένας στα όργανα του άλλου. Οι αδερφοί Van Halen, δημιούργησαν το πρώτο τους συγκρότημα, τους Broken Combs, το 1964. Καθώς κέρδισαν δημοτικότητα, άλλαξαν το όνομα τους, πρώτα σε Trojan Rubber Co., το 1972 σε Genesis, αλλά όταν ανακάλυψαν ότι υπήρχαν κι άλλοι Genesis, το άλλαξαν σε Mammoth. Στα τέλη της εφηβείας του, τέλη 60’s, ο David Lee Roth τραγουδούσε solo, καθώς και σε ένα Rock συγκρότημα, στους Red Ball Jets. Το 1973, οι Mammoth, αρχικά ήταν trio Alex Van Halen (drums), Eddie Van Halen (guitar) και Michael Anthony (bass), αλλά όταν ήρθε ο Roth και ολοκλήρωσε τη σύνθεση τους, άλλαξαν κι επίσημα το όνομα τους, στο οριστικό Van Halen. Το ταλέντο του Eddie στην κιθάρα ήταν αδιαμφισβήτητο, έγινε ο Θεός του σκληρού Rock, σε μεγάλο βαθμό χάρη, στη χρήση της τεχνικής του hammer-on, ή του tapping, που περιελάμβανε τη χρήση και των δύο χεριών, στο λαιμό της κιθάρας. Στα πρώτα χρόνια, εκεί στις αρχές των 70’s, όταν έπαιζε κιθάρα, έπαιζε συχνά τα solo του με γυρισμένη την πλάτη του στο κοινό, για να κρύψει την απαράμιλλη τεχνική του. O Eddie είναι ο άνθρωπος που έκανε εκατομμύρια άλλους κιθαρίστες να θέλουν να γίνουν «σαν αυτόν», ή να μοιάσουν σε αυτόν, αλλά εις μάτην. Έκανε την ταστιέρα της κιθάρας, μια περιοχή όπου και τα δύο χέρια ενός κιθαρίστα, μπορούσαν να ερευνήσουν. Είναι ο αδιαφιλονίκητος και ο μοναδικός παγκόσμιος Βασιλιάς του tapping. Γενικά η τρέλα του είναι πολύ κοντά στη μεγαλοφυΐα του… αυτό που ξεχωρίζει αμέσως είναι το πραγματικά ασύλληπτο κιθαριστικό παίξιμο του. Έξοχος, πρωτοποριακή η τεχνική του, πραγματικά πήγε την κιθάρα πολλά βήματα πιο μπροστά. Το συγκρότημα, άρχισε να έχει δημοτικότητα σε διάφορα μικρά clubs στην περιοχή του Los Angeles, όπου το 1976, ανακαλύφθηκαν στο clubGazzarris”, από τον Gene Simmons (KISS), ο οποίος χρηματοδότησε μια demo κασέτα, για το συγκρότημα, επίσης, τους έκανε μια πρόταση συνεργασίας που όμως δεν κατέληξε πουθενά. Το 1977 στο “Starwood Club”, τους είδε live o παραγωγός Ted Templeman, εντυπωσιάστηκε και αμέσως τους πήγε να υπογράψουν δισκογραφικό συμβόλαιο με την Warner Bros και ακολουθεί η κυκλοφορία του ομώνυμου ντεμπούτου studio album τους, “Van Halen”. Μετά την κυκλοφορία του το 1978, το ομώνυμο ντεμπούτο album του συγκροτήματος έφτασε στο Νο.19 του Billboard και θα πουλήσει πάνω από 10 εκατομμύρια αντίτυπα, μόνο στις ΗΠA. Στην δεκαετία του 1980, οι Van Halen, ήταν ένα από τα πιο επιτυχημένα εμπορικά Hard Rock, μουσικά σύνολα. Το συγκρότημα, κυρίως στα 80’s, γνώρισε πολυπλατινένια επιτυχία, sold-out περιοδείες και ξέφρενο fanbase, καθ' όλη τη διάρκεια των χρόνων με τον Roth στην σύνθεση, με αποκορύφωμα το Νο.1 single “Jump”, από τον δίσκο “1984”, το τελευταίο album με την κλασική σύνθεση. Το 1985, το συγκρότημα στρατολόγησε τον Sammy Hagar, (ex-Montrose) και παρά το χάσμα Roth/ Hagar, μεταξύ των fans, αυτή η νέα ενσάρκωση δημιούργησε αρκετά και πολλά επιτυχημένα singles. Μετά την περιοδεία για το album “Balance” το 1996, το συγκρότημα χώρισε τους δρόμους του, με τον Hagar. Του προσφέρθηκε εκ νέου, η θέση του τραγουδιστή, αλλά αρνήθηκε όταν είδε το συγκρότημα, να επανενώνεται ξανά με τον Roth, στα “MTV Video Music Awards”, την ίδια χρονιά. Στη συνέχεια, έφεραν τον Gary Cherone στην θέση του τραγουδιστή, ο πρώιμος ήχος του group του Gary (Extreme), έμοιαζε συχνά με αυτόν των Van Halen. Αυτή η συνεργασία παρήγαγε το δυσάρεστο έως και αδιάφορο album, “Van Halen III”, ο Cherone έφυγε μετά από μια παγκόσμια περιοδεία. Αμέσως μετά, ο Eddie αντιμετώπισε επιτυχώς τον καρκίνο, που είχε στην γλώσσα του. Ο Sammy Hagar επέστρεψε στο συγκρότημα το 2004, αλλά μετά την επόμενη περιοδεία, τελείωσε οριστικά την σχέση του με το group. Ο μπασίστας Micheal Anthony το 2006, αντικαταστάθηκε στο group από τον γιο του Eddie Van Halen, Wolfgang. Το 2007, πήγαν σε περιοδεία, αλλά τελικά ενώθηκαν ξανά με τον David Lee Roth, αυτό οδήγησε στην κυκλοφορία του “A Different Kind Of Truth” το 2012. Ο Eddie Van Halen, δυστυχώς, πέθανε στις 6 Οκτωβρίου 2020, τερματίζοντας ουσιαστικά και την καριέρα του συγκροτήματος.

STUDIO ALBUMS ONE-BY-ONE…

Για πολλοστή φορά ακούω ξανά όλα τα albums που ηχογράφησε το θρυλικό αυτό group, όπου μέσα από μια μοναδική χημεία, αναδύθηκε ο θρύλος που ακούει απλά στο όνομα… Van Halen. Έτσι, επανεκτιμάμε τη μουσική τους καριέρα, ακούγοντας ξανά και ξανά τους δίσκους του ιστορικού αυτού σχήματος. Ένα flash-back λοιπόν, σε όλα τα albums τους, δεν μοιάζει με μια απλή βουτιά στο μουσικό παρελθόν τους, είναι κάτι περισσότερο, είναι κάτι πολύ-πολύ παραπάνω… Ας δούμε όμως τώρα, ένα προς ένα όλα τα album που έκαναν μαζί με τον Diamond Dave. Στις παρακάτω παρουσιάσεις των δίσκων, θα προσπαθήσω να σας δώσω μια ιδέα για το πώς εξελίχθησαν καλλιτεχνικά και ποιο είναι το μουσικό περιεχόμενο καθενός από τα album. Επανεκτιμάμε λοιπόν, τη μουσική καριέρα τους ακούγοντας ξανά και ξανά τα albums τους σε βινύλιο… έτσι, για την καλύτερη μέγιστη ηχητική απόδοση. Η παρουσίαση των δίσκων, έγινε κατόπιν ακρόασης στο φυσικό τους προϊόν (LP ή CD) και όχι σε mp3, digital, download και λοιπές αηδίες, που μας (σας) γεμίζουν με αέρα κοπανιστό.

 


Van Halen

(February-1978)

SIDE I: “Runnin' With The Devil”, “Eruption”, “You Really Got Me”, “Ain't Talkin' 'Bout Love”, “I'm The One”.

SIDE II: “Jamie's Cryin'”, “Atomic Punk”, “Feel Your Love Tonight”, “Little Dreamer”, “Ice Cream Man”, “On Fire”.

GROUP: David Lee Roth – Vocals, Eddie Van Halen – Guitar, Michael Anthony – Bass & Alex Van Halen – Drums.

Το μεγάλο, (όχι σε χρονική διάρκεια, αφού είναι μόνον 35 λεπτά), ομώνυμο LP τους, είναι μια αδιαμφισβήτητη δολοφονική ηχογράφηση του σκληρού Rock και ένα από τα καλύτερα-μεγαλύτερα debut album, που κυκλοφόρησε. Ο ασυμβίβαστος αυτός δίσκος, είναι ένας ακρογωνιαίος λίθος για κάθε λάτρη του Αμερικανικού Hard Rock, με βαριά και άγρια κιθαριστικά riff, του θαρραλέου Rock 'N' Roll. Μετά από χρόνια εμφανίσεων σε πάρτι και μικρά clubs, της Νότιας Καλιφόρνιας, παρουσιάστηκε επιτέλους σε όλο τον κόσμο, ο καμικάζι βασιλιάς των έξι χορδών, στο πρόσωπο του Eddie Van Halen. Έτσι, ο άγριος κόσμος του σκληρού Rock, έγινε πολύ καλύτερος χάρη στην πρωτοποριακή κιθαριστική μουσική του Eddie. Η εκπληκτική κιθάρα του Eddie, υποστηρίζεται από το σφιχτό ρυθμικό drumming του γενναιόδωρου αδερφού του, του σφυρηλάτη Alex και του μπασίστα Michael, μαζί με τον δυνατό n’ proud τραγουδιστή, showman, David. Ο Roth είναι ένας one man show, πάνω στη σκηνή, ένας από τους πιο γραφικούς, εκκεντρικούς Rock stars, η σκηνική του παρουσία χρωστά όμως πολλά, στον άλλο σπουδαίο frontman και τραγουδιστή των Black Oak Arkansas, στον Jim “Dandy” Mangrum. Ενώ, ο Roth κατέχει το βασικό lead φωνητικό καθεστώς στο group, τα δευτερεύοντα φωνητικά του Anthony, είναι εξίσου σημαντικά, για τον δυνατό ήχο των Van Halen. Μαζί και τα τέσσερα μέλη του δυναμικού συγκροτήματος, ενώθηκαν για να καταλύσουν το τότε γνωστό 70’s Hard Rock, με την πρώτη τους, κιόλας κυκλοφορία στο studio. Το LP ανοίγει δυνατά με το “Running With the Devil”, το οποίο θέτει τα πάντα σε κίνηση, σε τούτο το album. Το δυναμικό “Eruption”, είναι ένα ηφαιστειακό οργανικό που επηρέασε τους απανταχού κιθαρίστες, σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης. Η κιθάρα του Eddie, είναι εδώ σαν σε προπόνηση. Συν και μια διασκευή, του κλασικού “You Really Got Me” των Kinks, κερδίζοντας την εκδοχή του power riffing, σε πλήρη ισχύ. Το αριστουργηματικό “Ain't Talkin' 'Bout Love”, είναι ένα από τα πραγματικά ξεχωριστά τραγούδια αυτής της παραγωγής. Το εξίσου εξαιρετικό “Jamie's Cryin'”, αλλο εντυπωσιακό τραγούδι είναι το “Atomic Punk”, με τα εφέ της κιθάρας. Ο Ted Templeman, ο άνθρωπος που κυκλοφόρησε τον ντεμπούτο δίσκο των Montrose το 1973, αξίζει πολλά εύσημα για το επιδέξιο έργο της παραγωγής, καθ' όλη τη διάρκεια της πρώτης προσπάθειας των Van Halen, η Γη έτρεμε. Με μια επίθεση από φωτιά και ατσάλι, το group μπήκε πολύ δυνατά και υπερήφανα, με την πρώτη τους εκπληκτική κυκλοφορία… και τα αγόρια από τότε και μετά, δεν κοίταξαν ποτέ πίσω. Η επίθεση των έξι χορδών ήταν σε πλήρη εξέλιξη. Το “Van Halen”, είναι ένα από τα Hard Rock albums με τις υψηλότερες πωλήσεις όλων των εποχών, έγινε πλατινένιο πολλές φορές και εξακολουθεί να πωλεί ακόμη καλά, 46 χρόνια μετά την κυκλοφορία του. Πρώτο και κυριότερο αυτό είναι το album, που έδωσε χώρο στον κιθαρίστα να είναι πιο κυρίαρχος και πιο πειραματικός ως κυρίαρχη δύναμη σ’ ένα συγκρότημα. Για τους κιθαρίστες και τους ένθερμους θαυμαστές των guitar ηρώων, αυτό το LP ήταν η αποκάλυψη στα τέλη της δεκαετίας του ’70. ο Eddie ανεβάζει τα κιθαριστικά πράγματα σε νέα επίπεδα. Μια δισκογραφική δημιουργία που ήταν, πολύ πρωτοποριακή στην εποχή της, θα την επαινέσουν πολλοί κιθαρίστες, αλλά και ένθερμοι θαυμαστές της κιθάρας. Τούτο το album, είχε μεγάλη επιρροή, υπάρχουν κιθαριστικές λεπτομέρειες εδώ, που επαναλήφθηκαν εν μέρει ή πλήρως στις περισσότερες πτυχές του Hard Rock και του Heavy Metal, στην δεκαετία του ’80. Ως πλήρης εμπειρία, τούτο το album είναι ένα λαμπερό, τέλειο διαμάντι, αλλά σίγουρα κι ένας πολύτιμος λίθος, με πολλά ωραία και τέλεια χαρακτηριστικά θέματα. Και αν σας αρέσει το Hard Rock και το old school Heavy Metal, αυτό είναι ένα album, που αξίζει να ακούσετε τουλάχιστον μία φορά στη ζωή σας, όχι για οτιδήποτε άλλο λόγο, αλλά για να ανακαλύψετε την καθολική επιρροή του, στην Metal μουσική που αγαπάτε. 

 


Van Halen II

(March-1979)

SIDE I: “You're No Good”, “Dance The Night Away”, “Somebody Get Me A Doctor”, “Bottoms Up!”, “Outta Love Again”.

SIDE II: “Light Up The Sky”, “Spanish Fly”, “D.O.A.”, “Women In Love…”, “Beautiful Girls”.

GROUP: David Lee Roth – Vocals, Eddie Van Halen – Guitar, Michael Anthony – Bass & Alex Van Halen – Drums.

Το ομώνυμο ντεμπούτο album τους, άλλαξε για πάντα τον κόσμο του σκληρού Rock. Ειδικά, η κιθαριστική ερμηνεία του Eddie ήταν πρωτοποριακή. Το album πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα και το συγκρότημα αποφάσισε να κάνει μια μεγάλη περιοδεία στις ΗΠΑ. Η περιοδεία ήταν πολύ μεγάλη και λόγω όλων των party το συγκρότημα, δεν είχε και πολύ χρόνο να δουλέψει πάνω σε νέα τραγούδια και μόλις τελείωσε η περιοδεία, η δισκογραφική τους εταιρεία, ήθελε να τους κυκλοφορήσει έναν νέο δίσκο. Μόλις, 48 ώρες μετά το τέλος της περιοδείας ξεκίνησαν οι ηχογραφήσεις για το δεύτερο studio album τους. Παρά την έλλειψη νέου υλικού, το συγκρότημα ήταν έτοιμο να ηχογραφήσει άλλον έναν δίσκο, είχαν πολλά ακυκλοφόρητα τραγούδια από τις πρώτες μέρες τους, τα οποία δεν χρησιμοποιήθηκαν στο πρώτο τους album. Ο Ted Templeman, παρήγαγε για άλλη μια φορά το νέο album και κατάφερε να συλλάβει έναν ζωντανό ήχο και μόνο μερικά overdubs, προστέθηκαν αργότερα. Το συγκρότημα, χρειάστηκε μόνο έναν μήνα για να φτιάξει αυτό το LP που κυκλοφόρησε το 1979, το “Van Halen II” φυσικά, δεν είναι τόσο καλό όσο το ντεμπούτο τους, αλλά ήταν αδύνατο να τους φτάσει κανείς άλλος, σε αυτό το ορόσημο του Heavy Rock. Φυσικά ήταν καλύτερο από πολλά άλλα Heavy Metal LPs, που κυκλοφόρησαν εκείνη την εποχή. Αν και είναι αδύναμο σε σημεία σε σύγκριση με το ντεμπούτο τους, το οποίο ήταν μια πραγματική έκρηξη συγκεντρωμένης μανίας. Δεν σημαίνει ότι είναι κακό, υπάρχουν πολλά υψηλά σημεία εδώ, που είναι υψηλότερα από οτιδήποτε άλλο album, εκείνη την εποχή. Ναι, το ντεμπούτο τους ήταν φοβερό και ήταν ένα καθοριστικό album, για όλα το Hard Rock, οπότε μετά από αυτό σχεδόν οτιδήποτε κι αν έκαναν, μας φαινόταν ως αναπόφευκτο και λίγο πιο απογοητευτικό. Αλλά και το “Van Halen II”, είναι άλλο ένα χαρούμενο Hard Rock LP, με εκπληκτικά γρήγορα solo κιθάρας από τον Eddie, σκληρά τύμπανα από τον Alex, δυναμικά φωνητικά από τον Dave και φανταστικές ερμηνείες μπάσου και δεύτερων φωνητικών από τον Michael. Τα κυριότερα σημεία αυτού του σύντομου δίσκου (διάρκειας 32 λεπτών), είναι το πιασάρικο “Dance The Night Away”, “Somebody Get Me A Doctor” και το γρήγορο “Outta Love Again”, το οποίο περιλαμβάνει ένα από τα καλύτερα solo κιθάρας που έκανε ποτέ ο Eddie. Τα “Light Up The Sky”, “D.O.A.” και το “Beautiful Girls”, είναι επίσης φανταστικά τραγούδια. Πρέπει να ομολογήσουμε ότι όταν κυκλοφόρησε, δεν εγκωμιάστηκε ιδιαίτερα από τον κόσμο των οπαδών του Hard Rock, γιατί η αναμονή ήταν μεγάλη. Πρέπει να πούμε, ότι κι αν υπάρχει ένα μικρό χάσμα, μεταξύ των δύο albums, είναι απολαυστικό και άμεσο και παραμένει πραγματικά σημαντικό. Στη συνέχεια, πέρα ​​από την όποια απογοήτευση, μετά από κάθε ακρόαση, κάθε τραγούδι του album καθιερώνεται, με μεγάλες ανακαλύψεις κιθάρας, ας μην το αποφύγουμε…

 

Women And Children First

(March-1980)

SIDE I: “And The Cradle Will Rock…”, “Everybody Wants Some!!”, “Fools”, “Romeo Delight”.

SIDE II: “Tora! Tora!”, “Loss Of Control”, “Take Your Whiskey Home”, “Could This Be Magic?”, “In A Simple Rhyme”.

GROUP: David Lee Roth – Vocals, Eddie Van Halen – Guitar, Michael Anthony – Bass & Alex Van Halen – Drums.

Η τρίτη ηχητική λήψη του συγκροτήματος, το “Women And Children First”, είναι ένα κάπως, παραμελημένο album από το κουαρτέτο, από την ηλιόλουστη και ανέμελη Νότια Καλιφόρνια. Η φωτογραφία του εξωφύλλου, απαθανατίζει την άγρια συμμορία των Van Halen, σε υπερβολική δράση και τα τραγούδια αιχμαλωτίζουν την ένταση, αν κι αυτό έχει μικρή διάρκεια, μόλις 33 λεπτά. Συγκρατήστε λοιπόν, άλλο ένα σύνολο μεγάλων riff και wild jams από τον Eddie, τον Dave, τον Michael και Alex, η ποιότητα των τραγουδιών είναι πραγματικά σημαντική. Αυτή τη φορά ο ήχος είναι πανίσχυρος, καθώς δεν περιλαμβάνει κανενα cover song, τα αγόρια ήταν τότε σε full-on λειτουργία, ενώ, ο Templeman ήταν για άλλη μια φορά ο άνθρωπος πίσω από την κονσόλα. Στο τέρμα με το “And The Cradle Will Rock…”, το οποίο μπαίνει μαζί με το σεξουαλικό “Everybody Wants Some!!”, ο Eddie Van “fucking” Halen απέδειξε, ήταν ακόμη ο βασιλιάς της κιθάρας και στην δεκαετία του ’80 και θα κυριαρχούσε για πάντα. Το σκληρό “Fools”, βγήκε από τα πρώτα χρόνια του group, όπως και το χαοτικό “Loss Of Control”. Το “Romeo's Delight”, είναι ένα ξέφρενο song για τις άγριες γυναίκες και το whishey, το λατρεύω. Η δράση του Hard Rock drinking, συνεχίζεται με το “Take Your Whisky Home”. Το μόνο τραγούδι που σερβίρεται για να αντισταθμίσει κάπως, την επίθεση του σκληρού Rock είναι το “Could This Be Magic?”, ενώ, το “In A Simple Rhyme”, διάρκειας τεσσάρων λεπτών φέρνει το LP στο τέλος του, μ’ ένα σύντομο κιθαριστικό riff. Μετά το κάπως απογοητευτικό και λιγότερο εκτιμημένο δεύτερο album, αυτό το τρίτο είναι και πάλι καλύτερο. Ξεχωρίζει για τη συνοχή και τη βαρύτητα του, με τούτο τον δίσκο ήρθαν για να μείνουν και εισήγαγε το συγκρότημα στην Ηeavy Μetal δεκαετία του ’80, ως ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα, Αλλά γινόταν επίσης σαφές, ότι ο frontman, David Lee Roth, βρισκόταν όλο και περισσότερο σε σύγκρουση με τους αδερφούς Van Halen, κάτι που οδήγησε σε σοβαρές εντάσεις στο συγκρότημα, αλλά λόγω της επιτυχίας που απολάμβανε το συγκρότημα, πάντα στο τέλος όλα ήταν μελί γάλα. Από την εποχή της ακμής του συγκροτήματος, αποκαλύφθηκε ότι ο Roth συγκρούστηκε πολύ με την επιθυμία των αδελφών, να κατευθύνουν το συγκρότημα σε διαφορετική κατεύθυνση. Υπάρχουν, πολλές στιγμές που αποτελούν μια κάποια κρυφή solo καριέρα του Roth, ενώ, θα χώριζε μόλις λίγα χρόνια αργότερα, αυτή τη στιγμή η χημεία και η ένταση λειτούργησαν προς όφελος όλων. Το “Women And Children First”, είναι ένα εξαιρετικό κλασικό Hard Rock/ Heavy Metal album, της 80’s εποχής.

 

Fair Warning

(April-1981)

SIDE I: “Mean Street”, “Dirty Movies”, “Sinner's Swing!”, “Hear About It Later”.

SIDE II: “Unchained”, “Push Comes To Shove”, “So This Is Love?”, “Sunday Afternoon In The Park”, “One Foot Out The Doo”.

GROUP: David Lee Roth – Vocals, Eddie Van Halen – Guitar, Michael Anthony – Bass & Alex Van Halen – Drums.

Ο τέταρτος γύρος, με το “Fair Warning” (διάρκεια 31 λεπτά), οδήγησε στην πιο σκοτεινή και στην πιο σκληρή ηχογράφηση του group. Το album, δεν ακούγεται σαν ηχογράφηση από ένα group από τη Νότια Καλιφόρνια, που βρίσκεται σε μόνιμη διασκέδαση και ξέφρενα party. Η ηχογράφηση των εννέα τραγουδιών, έχει περισσότερα κοινά με το σκληρό ήχο από το Detroit, παρά το fun free and easy home στυλ του group. Ακριβώς, όπως και οι Aerosmith έσπρωξαν το άγριο τέταρτο LP τους, έτσι τα άγρια αγόρια εδώ, δεν πήραν αιχμαλώτους σε όλη τη διάρκεια του “Fair Warning”. Η πυκνή ηχογράφηση, βρίσκει τους θρυλικούς Van Halen, να μεταβαίνουν από τα τρία προηγούμενα LP τους και το καυτό καλοκαίρι, σ’ ένα απαγορευμένο σκληρό Rock ως καλωσόρισμα κατευθείαν από τη ζούγκλα. Η προβολή του ήχου, έχει ένα πλεονέκτημα, καθώς ο Eddie και η συμμορία χτυπούν ένα δολοφονικό σύνολο μανιασμένων τραγουδιών, το οποίο περιλαμβάνει το απειλητικό “Mean Street” και το “Unchained”, το sleazed “Dirty Movies”, το “Push Comes To Shove”, το synth-heavy Sunday Afternoon In The Park” και το μοχθηρό ομώνυμο τραγούδι. Ποτέ δεν υποχωρούν στην επιδίωξη τους να αποκαλύψουν έναν πλήρη ύμνο για τα party, ο Ted παρήγαγε το “Fair Warning” και προσθέτει στα υπέρ του LP, το arena song “So This Is Love?”. Ο “Diamond” David Lee Roth, εδώ, λάμπει κυριολεκτικά, ο οποίος προωθήθηκε επίσης μέσω ενός γεμάτου σε ενέργεια Eddie Van Halen. Σε σύγκριση με άλλες δισκογραφικές εκδόσεις του συγκροτήματος το “Fair Warning”, είναι λίγο πιο ζοφερό, ακόμη και ελαφρώς πιο σκοτεινό. Τούτου λεχθέντος, εξακολουθεί και καταφέρνει να είναι εύκολα ο πιο συνεπής δίσκος τους, τα riff του μπορούν, να σηματοδοτήσουν την πιο Μetal στιγμή στα albums τους μέχρι τότε (1981). Οι κιθάρες του Van Halen, είναι διασκεδαστικές, μια απολαυστική είσοδος στην επιδεικτική κιθάρα του. Με τον δολοφονικό ήχο της κιθάρας του Eddie, αυτό θα μπορούσε αν δεν είχε στίχους, να ήταν ένα πολύ καλό instrumental LP. Αυτό είναι το ξεχασμένο album τους, το βρώμικο μουσικό περιεχόμενο του, δεν μοιάζει με οτιδήποτε άλλο είχαν κυκλοφορήσει πιο πριν. Σίγουρα μια ριψοκίνδυνη κίνηση, τα προηγούμενα albums είχαν μια αμεσότητα, έφυγε η πιο ανάλαφρη, παιχνιδιάρικη στάση του συγκροτήματος καθώς άρχισαν να παίρνουν πιο σοβαρά τόσο τον εαυτό τους όσο και τη μουσική τους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες προκαλεί έκπληξη που η μουσική τους, άλλαξε σ’ έναν πιο σκοτεινό και πιο έντονο τόνο και η φωνητική πληθωρικότητα του Roth είναι εδώ, εκπληκτικά συγκρατημένη. Το “Fair Warning”, είναι ένα υπέροχο album, αλλά κάπως δύσκολο στ’ αυτιά το μη μυημένων, έχει τις στιγμές του και αυτές τις στιγμές αξίζει να τις ξαναβρούμε.

 

Diver Down

(April-1982)

SIDE I: “Where Have All The Good Times Gone!”, “Hang 'Em High”, “Cathedral”, “Secrets”, “Intruder”, “(Oh) Pretty Woman”.  

SIDE II: “Dancing In The Street”, “Little Guitars”, “Big Bad Bill (Is Sweet William Now)”, “The Full Bug”, “Happy Trails”.

GROUP: David Lee Roth – Vocals, Eddie Van Halen – Guitar, Michael Anthony – Bass & Alex Van Halen – Drums.

Πολλοί, βλέπουν αυτή τους την κυκλοφορία, ως το πιο αδύναμο studio album, από την εποχή του David Lee Roth. Θα μπορούσα να διαφωνήσω, ειλικρινά, πιστεύω ότι δεν είναι λιγότερο καλό από τα περισσότερα studio albums των Van Halen, εκτός φυσικά από το ντεμπούτο τους. Το “Diver Down”, είναι γεμάτο φανταστικά και υπέροχα τραγούδια, στην πραγματικότητα, με εξαίρεση τα τρία τελευταία κομμάτια, δεν υπάρχει ένα αδύναμο ή κακό τραγούδι σε ολόκληρο τον δίσκο. Είναι ένα από τα καλύτερα τους κι ένα από τα καλύτερα Heavy Metal albums, της δεκαετίας του 1980. Θα καλωσόριζα έναν πλήρες δίσκο, με τραγούδια όπως τα… “Intruder”, ή το “Big Bad Bill (Is Sweet William Now)”, ή το “Dancing In The Street”. Η τρελή συμμορία των Van Halen, πρέπει πραγματικά να έχει χτυπήσει τη σκηνή των party, με σημαντικό τρόπο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας συγγραφής και παραγωγής του “Diver Down”. Με λίγο περισσότερο από τριάντα λεπτά υλικού, υπάρχουν λίγες ιδέες σε προσφορά από αυτή την κυκλοφορία του 1982, καπως μακριά από τον προκάτοχο του, το σκοτεινό, πυκνό και βαρύ album “Fair Warning”, το “Diver Down”, είναι σχετικά πιο ελαφρύ. Το χαλαρό αυτό LP είναι γεμάτο με πολυάριθμες συνθέσεις, καθώς η Warner Brothers ήθελε επιτυχίες αφού το απειλητικό “Fair Warning”, απέτυχε να προσφέρει κάποια καλά singles. Παρά, το γεγονός ότι παρέκκλιναν από τη σκληρή και βαριά πλευρά του προηγούμενου δίσκου, ο Eddie, ο Dave, ο Alex και ο Michael, πέτυχαν να μας δώσουν μερικά καλαίσθητα τραγούδια και το έκαναν με μια ανανεωμένη έκδοση του “Oh Pretty Woman”. Στο πέμπτο studio album, έχουμε πέντε διασκευές στα 12 τραγούδια, τα δικά τους πρωτότυπα είναι πολύ καλά, όπως το “Secrets” για παράδειγμα και τα cover τραγούδια είναι καλοφτιαγμένα, ειδικά το Where Have All The Good Times Gone!”, αλλά και το οργανικό “Cathedral είναι φανταστικό. Σίγουρα, τα αγόρια από τους Van Halen, έκαναν τις κινήσεις που έπρεπε σε αυτή την πέμπτη προσπάθεια τους στο studio. Ο Eddie παραμένει ακόμη άγριος και πρόθυμος, δυνατός, περήφανος με μια θρασύδειλη εξουσία, όπως ακριβώς έκανε και στις τέσσερις προηγούμενες studio κυκλοφορίες τους. Όταν κυκλοφόρησε την άνοιξη του 1982, όλοι ήταν πεινασμένοι για περισσότερο Van Halen ήχο και το “Diver Down”, ήταν η αρχή για μια αξιοπρεπής είσοδο, για να καλύψει αυτό το κενό. Η πληθώρα των διασκευασμένων τραγουδιών ήταν λίγο αινιγματική, αλλά ο τεράστιος όγκος των τραγουδιών κάλυπτε κάθε δισταγμό, μάλλον ετοιμάζονταν για το επόμενο studio album τους, το “1984”. Το θέμα είναι ότι το “Diver Down”, με το ερυθρόλευκο εξώφυλλό του, μοιάζει με τη φανέλα μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, σε τελική ανάλυση, είναι τόσο σταθερό όσο κάθε άλλο album του group, με μια άξια Heavy Rock παραγωγή από τον Ted Tempeman, με πολλά highlights, λίγο περίεργο ως LP, ναι, είναι λίγο πολύ ξεχασμένο από τους πολλούς οπαδούς, αλλά όχι για εμένα.

 

1984 (MCMLXXXIV)

(January-1984)

SIDE I: “Jump”, “Panama”, “Top Jimmy”, “Drop Dead Legs”.  

SIDE II: “Hot For Teacher”, “I'll Wait”, “Girl Gone Bad”, “House Of Pain”.

GROUP: David Lee Roth – Vocals, Eddie Van Halen – Guitar, Michael Anthony – Bass & Alex Van Halen – Drums.

Το album “1984” ήταν το τελευταίο album που ηχογραφήθηκε από την αρχική και καλύτερη σύνθεση του συγκροτήματος. Το album τροφοδοτείται από μια ανάγλυφη, συνθετική προσέγγιση που φαινόταν τέλεια προσανατολισμένη προς την τότε, ανερχόμενη γενιά του MTV. Ολόκληρος ο δίσκος, διασχίζει επιδέξια τα περιθώρια μεταξύ Rock και Pop και δεν προκαλεί έκπληξη το πόσο επιτυχημένο ήταν στα 1984. Δεν προκαλεί έκπληξη επίσης, το γεγονός ότι οι Van Halen ήταν το συγκρότημα που πέτυχε αυτό το κατόρθωμα. Όσον αφορά τη μουσική και την ικανότητα τους, ήταν ένα από τους καλύτερα συγκροτήματα του κόσμου, αλλά, σε αντίθεση με άλλα σχήματα, είχαν ένα Eddie Van Halen που αναγνωρίστηκε ως ο μάγος της κιθάρας και έναν David Lee Roth, που όργωνε όλες τις αρένες του κόσμου, χωρίς να κουράζεται διόλου. Ο Eddie, κατάφερε σε τούτο το LP, να περιορίσει την υπερβολή του στριμώχνοντας τα ιστορικά του κιθαριστικά solo, σε εξαιρετικά προσβάσιμα κλασικά τρίλεπτα ή τέσσερα λεπτά. Μπορεί να ήταν ακόμη υπερβολικός, αλλά δεν χρειάστηκαν δεκαπέντε λεπτά solo για να αποδείξει την ικανότητα του. Έτσι, αυτή η εμπορική κίνηση σε πιο Rock/ Pop μονοπάτια, φαινόταν μια φυσική προέκταση για το συγκρότημα. Παρόλο που η τριβή, μεταξύ των μελών του συγκροτήματος είχε φτάσει σε αφόρητο επίπεδο, το “1984” δείχνει, μια αξιοσημείωτη βελτίωση σε σχέση με τον προκάτοχό του, το “Diver Down”. Περιέχοντας τέσσερα hit-singles τα… “Jump”, “Panama”, “Hot For Teacher” και “I'll Wait”, στέκονται ως ένα πολύ ωραίο μνημείο, σ’ ένα από τα πιο σημαντικά Hard Rock συγκροτήματα των 80’s. Κατά κάποιο τρόπο κατάφεραν να αξιοποιήσουν, την μουσική τους και να γίνουν το πιο hot group της εποχής. Φυσικά την επιτυχία τους βοήθησε αναμφίβολα το συνεχές airplay του video-clipJump”. Αλλά, σε αντίθεση με άλλα videos που γέμιζαν τις τηλεοπτικές οθόνες εκείνη την εποχή, το τραγούδι κατάφερε με κάποιο τρόπο να επιβιώσει και αντηχεί ακόμη και σήμερα. Εκτός από τα προ αναφερθέν singles, άλλα αξιοσημείωτα τραγούδια είναι τα… “Top Jimmy”, “Girl Gone Bad” και “Drop Dead Legs”, αλλά το “1984” ως album γενικά είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να αποχαιρετήσεις ένα πολύ μεγάλο συγκρότημα. Μπήκαν στην μουσική σκηνή μ’ ένα μεγάλο μπαμ και έφυγαν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, αντί να κάνουν τότε μια επανένωση, ήταν καλύτερο να τους θυμόμαστε έτσι. Το album κυκλοφόρησε μέσα από μια μεγάλη έκρηξη, καθώς το πανίσχυρο group από την ηλιόλουστη Νότια Καλιφόρνια, παρέδωσε τα μουσικά του προϊόντα με μεγάλο τρόπο καθ' όλη τη διάρκεια του 1984. Η διαφημιστική εκστρατεία πίσω από αυτήν την ηχογράφηση ήταν τεράστια, ήδη πριν από την κυκλοφορία του και τα αγόρια ανταποκρίθηκαν σε όλη αυτή την συζήτηση. Το album των εννέα τραγουδιών, δεν είναι μια πλήρης επίθεση σκληρού Rock, όπως το θρυλικό ντεμπούτο album τους ή του σκοτεινού “Fair Warning”, καθώς ο Eddie αποτολμούσε μια πιο σοφιστικέ κιθαριστική δουλειά καθ' όλη τη διάρκεια του album, η οποία περιελάμβανε και αρκετά πλήκτρα, που γέμιζαν τον δίσκο. Ωστόσο, η ατμόσφαιρα του σκληρού Rock 'N' Roll και του party δεν διακυβεύτηκε ποτέ, καθώς ο αρχηγός και σοφός τραγουδιστής Lee Roth, κράτησε το πνεύμα ζωντανό καθ’ όλη τη διάρκεια της ηχογράφησης του “1984”. Τα τραγούδια είναι σεξουαλικά φορτισμένα μόνο και μόνο από την παρουσία του Diamond Dave, όπως το χαλαρό καλοκαιρινό “I'll Wait”, το δροσερό “Top Jimmy” και το βαρύ “House Of Pain”, που κλείνει το LP. Δυστυχώς, η σύνθεση του group με τον Roth, δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί μετά την κυκλοφορία του 1984, η τρελή μηχανή των party, η υπέρ ομάδα των Van Halen, δεν θα ήταν ποτέ ξανά η ίδια. Με τον ακροβατικό και κινούμενο frontman Diamond Dave, να διώχνεται από το στρατόπεδο του μεγαλόπνοου group, μετά το album ο Eddie, ο Alex και ο Michael, έπρεπε να συνεχίσουν. Ενώ, εργάζονταν πάνω σε νέο υλικό, τελικά συμφώνησαν να προσθέσουν τον Sammy Hagar στην σύνθεση τους, για να καλύψει το τεράστιο κενό που άφησε ο Roth. Ο πάντα φιλόδοξος Hagar, είχε κερδίσει τη φήμη του, μέσω σκληρής δουλειάς από το 1973 με τους Montrose, είχε μια ενεργητική παρουσία στη σκηνή που τον βοήθησε να προσγειωθεί στη γη των Van Halen. Τα αγόρια χωρίς τον David έπρεπε απλώς να κρατήσουν το group ζωντανό, για μερικά ακόμη κλασικά albums και τα κατάφεραν με τον “Red Rocker”, Sammy Hagar. Αν και δεν είχαν το απόλυτο line-up, κατάφεραν να βγάζουν δίσκους, επικών διαστάσεων όπου ο Eddie, απλά μεγαλουργούσε. Να είστε σίγουροι, πως θα επανέλθω εκ νέου μ’ ένα αφιέρωμα, για την δισκογραφία του group με τον Sammy Hagar.

 

A Different Kind Of Truth

(February-2012)

SIDE I: “Tattoo”, “She's The Woman”, “You And Your Blues”, “China Town”.

SIDE II: “Blood And Fire”, “Bullethead”, “As Is”.

SIDE III: “Honeybabysweetiedoll”, “The Trouble With Never”, “Outta Space”.

SIDE IV: “Stay Frosty”, “Big River”, “Beats Workin'”.

GROUP: David Lee Roth – Vocals, Eddie Van Halen – Guitar, Wolfgang Van Valen – Bass & Alex Van Halen – Drums.

Όλοι ξανά πίσω μετά από 28 ολόκληρα χρόνια, στο τρένο της επανένωσης των Van Halen. Λοιπόν, όχι κι όλοι… όλοι εκτός από τον πρώην μπασίστα Michael Anthony. Έτσι, με τα τρία τέταρτα της κλασικής σύνθεσης του θρυλικού group ξανά μαζί, οι ηχογραφήσεις για το “A Different Kind Of Truth”, έπεσαν σε άκρα μυστικότητα. Ακόμη και ο τραγουδιστής David Lee Roth, κατάφερε να κρατήσει το στόμα του κλειστό και να κρατήσει το μυστικό, καθώς κυκλοφορούσαν πολλές φήμες σχετικά μ’ ένα νέο album. Ο δίσκος, εκδόθηκε από την Interscope Records και είναι η πρώτη κυκλοφορία του group στο studio, μετά το “Van Halen III”, με τον Gary Cherone να πρωτοστατεί στα φωνητικά, από το μακρινό 1998. Το “A Different Kind Of Truth”, βγήκε στα ράφια των δισκοπωλείων με δεκατρία νέα τραγούδια των Van Halen. Λοιπόν, τα τραγούδια κομίζονται ως καινούργια, αλλά η γένεση για αρκετά από αυτά, χρονολογείται από τη δεκαετία του 1970. Τραβώντας όμως, τραγούδια από το παρελθόν, ο Eddie, θα έπρεπε να είχε φέρει πίσω και τον παραγωγό Ted Templeman. Αν’ αυτού η παραγωγή έγινε από τον John Shanks. Κάποιος θα μπορούσε να είναι, από λίγο έως πολύ δύσπιστος, όταν το group ανακοίνωσε ότι θα ηχογραφούσε ένα νέο studio album, με τον επί χρόνια θρυλικό original frontman, ο οποίος είχε πέσει σε δυσμένεια για χρόνια. Ωστόσο, υπήρχε κάτι για να χαρούμε, το θρυλικό line-up γύρω από τον προαναφερθέντα frontman, τον ήρωα της κιθάρας Eddie Van Halen και τον drummer αδερφό του, επανενώθηκε. Έπρεπε να γίνουν όμως, κάποιοι μικροί συμβιβασμοί με τον πρώην μπασίστα, ο Anthony, τώρα έπαιζε στους Chickenfoot, όπου τραγουδά ο άλλος πρώην τραγουδιστής των Van Halen, ο Sammy Hagar. Ως εκ τούτου αντικαταστάθηκε από τον Wolfgang Van Halen, ο οποίος είναι τουλάχιστον 30 χρόνια νεότερος από τους συμπαίκτες του, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι γιος του Eddie έτσι τα μεγάλα δεύτερα φωνητικά του Michael χάνονται πια. Από τεχνικής άποψης ο νέος μπασίστας δεν είναι και τίποτα το σπουδαίο, ενώ, υπάρχουν οι φήμες ότι ο Eddie έκανε την τελική μίξη του μπάσου. Νομίζω, ότι ο δίσκος μπορεί να συμβαδίσει (τηρούμενων των αναλογιών), με τις άλλες σπουδαίες δισκογραφικές πράξεις του συγκροτήματος, φυσικά όχι με το εντυπωσιακό ντεμπούτο τους, αλλά αρκεί. Πολλά από τα τραγούδια γράφτηκαν στη δεκαετία του 1970, αλλά δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ σε κάποιον δίσκο και γι' αυτό ακούγοντας τα νιώθεις σαν να έχεις μεταφερθεί πίσω στο χρόνο. Κατά τη γνώμη μου, τα κυριότερα σημεία του album είναι το “Stay Frosty”, το single “Tattoo”, το rocking anthemic “Outta Space”. Επίσης, τα “China Town”, “Big River” και “As Is” είναι επίσης υπέροχα τραγούδια, κατά τα άλλα η χαρά ενός νέου album του group, σε κάνει να ξεχνάς ένα ή δύο πιο αδύναμα τραγούδια. Για τους old fans του group, που ήταν μαζί τους στις άγριες βόλτες από τις πρώτες κιόλας μέρες, είναι απόλυτα ενθουσιασμένοι που ο Diamond Dave, είναι επικεφαλής του group ξανά. Το “A Different Kind Of Truth”, θα έπρεπε για μένα, να ήταν μια πλήρης επανένωση των Van Halen. Συνολικά τώρα, το “A Different Kind Of Truth”, δεν είναι καν το ομώνυμο ντεμπούτο, ούτε το “1984” και να είμαι ειλικρινής δεν είναι ούτε καν σαν το “5150”. Και το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του album έχει συνδυαστεί από ακυκλοφόρητα demo από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, δείχνει ότι ακόμη και τώρα ο Eddie μπορεί να πάρει κάτι παλιό και να το τροποποιήσει σε σημείο να είναι πολύ καλό. Όλες οι μελωδίες που έχει δημιουργήσει λάμπουν πραγματικά, όπως λάμπει και η κιθάρα του. Οι στίχοι του David, είναι εξίσου ιδιόρρυθμοι και παράξενοι όπως ήταν στη δεκαετία του 1980, αλλά τώρα που είναι στα 50 του, η ιδιόρρυθμη παράξενη φασαρία στη φωνή του, λάμπει πολύ πιο έντονα. Δεν έχουμε τα παλιά ψηλά squeals, αλλά μας δίνει ότι έχει και έχει ακόμα μια καλή και αξιοπρεπή φωνή. Στο τέλος της ημέρας αυτό το album πετυχαίνει τον σκοπό του.

 

TRIVIA

ΟΙ VAN HALEN ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ…

Ο Γιάννης Πετρίδης (μουσικός δημοσιογράφος), στα 1979 είχε κατορθώσει να φέρει σε τηλεοπτική εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης (ΕΡΤ) τους Van Halen, για να παρουσιάσουν ζωντανά, μερικά από τα τραγούδια τους. Ναι, αν και φαίνεται απίστευτο κι όμως είχαν έλθει μετά την κυκλοφορία του δεύτερου album τους, “Van Halen II” για promo-tour. Να πω, πως έως και τα τέλη των 90’s τα promo-tour ήταν μέσα στις υποχρεώσεις, ενός καλλιτέχνη απέναντι στην δισκογραφική του εταιρεία, για να προωθήσει τον καινούργιο δίσκο του. Η χώρα μας μπήκε στα promo-tour των ξένων συγκροτημάτων, περίπου προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70. Είχαν έρθει λοιπόν, για να γυρίσουν ένα show στην ΕΡΤ, το οποίο όμως ποτέ δεν μεταδόθηκε, δυστυχώς, αυτό το show δε βγήκε ποτέ στον αέρα, διότι σε κάποια στιγμή των γυρισμάτων ο τραγουδιστής του συγκροτήματος, άρπαξε έναν πυροσβεστήρα μέσα στο studio και τον χρησιμοποίησε, οπότε όπως καταλάβατε τα έκανε όλα κυριολεκτικά λίμπα. Τα γυρίσματα έγιναν στο club “Ακρωτήρι” στη Γλυφάδα, αλλά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων έγινε της τρελής, το συγκρότημα έκανε πλάκα και σε μια στιγμή όταν παρήγγειλαν πίτσες, άρχισαν να τις πετούν ο ένας στον άλλο. Και πάλι δυστυχώς, δεν υπάρχει σύμφωνα με ομολογία του ίδιου του Γιάννη Πετρίδη, αρχειακό οπτικό ή ακουστικό υλικό ή όποιο άλλο ντοκουμέντο από εκείνη την εμφάνιση τους, στην παλιά 70’s Ελληνική τηλεόραση. Εκείνο όμως, που θα έπρεπε να είχε κάνει η ΕΡΤ (όπως και κάθε κανάλι, ιδιωτικό ή μη), είναι να είχε φυλάξει τις κασέτες αυτές, ως πολιτιστική παρακαταθήκη… Πάντως, έψαξα και με πολύ κόπο και βρήκα σπάνιες φωτογραφίες από την τότε επίσκεψη των Van Halen στην Αθήνα και σας τις παρουσιάζω. Δυο μέσα από το club και μια από το ξενοδοχείο “President”.